ληναίου

ληναίου
ληναί̱ου , ληναῖος
belonging to the wine-press
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ληναίου — Λήναιον belonging to the wine press neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λήναια — Γιορτή της αρχαιότητας. Την τελούσαν στην Αθήνα προς τιμήν του Διονύσου, ο οποίος ονομαζόταν και Λήναιος ή Ληνεύς. Η γιορτή λάμβανε χώρα τη μικρότερη ημέρα του χρόνου κατά τον μήνα Γαμηλιώνα, ο οποίος επονομαζόταν και Ληναιών και αντιστοιχούσε… …   Dictionary of Greek

  • Κυρίτσης, Γιώργος — (Τρίκαλα 1945 –). Ηθοποιός. Σπούδασε στη σχολή Πέλου Κατσέλη και μαθητής ακόμα εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο ως μέλος του Χορού στην τραγωδία Αντιγόνη. Ηθοποιός κυρίως του θεάτρου, στο πέρασμα των χρόνων συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”